Γιατί η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία είναι ιμπεριαλιστική; Πώς είναι δυνατόν να την ερμηνεύσουμε με βάση την ανάλυση του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και πώς διαφέρουν αυτές οι ερμηνείες; Ο κοινωνικός ερευνητής Anatoly Kropivnitskyi εμβαθύνει στην πολιτική οικονομία των αυτοκρατοριών.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει διχάσει τη διεθνή αριστερά. Ο διχασμός αυτός αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τόσο βαθύς όσο το 2014, όταν ορισμένες αριστερές οργανώσεις και ακτιβιστές υποστήριξαν την ανακήρυξη των Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, αντιμετωπίζοντας τη σύγκρουση στο Ντονμπάς ως λαϊκή εξέγερση. Αλλά στις 24 Φεβρουαρίου 2022, τα ρωσικά στρατεύματα πέρασαν τα ουκρανικά σύνορα και όχι το αντίστροφο. Έχοντας εισβάλει στην Ουκρανία, ο Πούτιν στέρησε από τους υποστηρικτές του στην Αριστερά τη δυνατότητα να διαφωνήσουν για το γεγονός της επίθεσης – με αποτέλεσμα αυτό που συζητείται τώρα δεν είναι η εισβολή, αλλά οι πιθανές αιτίες της. Έτσι, ορισμένοι σχολιαστές επιμένουν[1] ότι η Ρωσία αναγκάστηκε να ξεκινήσει την «ειδική στρατιωτική της επιχείρηση» και στην πραγματικότητα διεξάγει αμυντικό πόλεμο[2] εναντίον των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στο ουκρανικό έδαφος.
Μερικές φορές αυτή η θέση τεκμηριώνεται με αναφορές στη θεωρία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό. Το ρωσικό κράτος περιγράφεται όχι ως μια πλευρά σε μια ιμπεριαλιστική σύγκρουση, αλλά ως μια δύναμη που αντιστέκεται στον ιμπεριαλισμό και διαφέρει ουσιαστικά από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ακόμα και όταν καταδικάζουν την επιθετικότητα του Πούτιν, οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας επιμένουν ότι η Ρωσική Ομοσπονδία δεν είναι ιμπεριαλιστικό κράτος, επομένως μια αριστερή κριτική θα πρέπει να εστιάζει στους «πραγματικούς» ιμπεριαλιστές, δηλαδή στο μπλοκ του ΝΑΤΟ με επικεφαλής τις ΗΠΑ.
Ακριβώς αυτό το επιχείρημα επικαλέστηκαν ορισμένα από τα αριστερά μιντιακά μέσα ενημέρωσης τις πρώτες ημέρες του πολέμου. Για παράδειγμα, στις 7 Μαρτίου 2022, το Arkansas Worker δημοσίευσε άρθρο του Γκάρι Γουίλσον που υποστήριζε ότι η Ρωσία δεν μπορεί να είναι ιμπεριαλιστική δύναμη λόγω της ημιαποικιακής οικονομίας της, που βασίζεται στην εξαγωγή φυσικών πόρων[3]. Ο Γουίλσον συγκρίνει τη Ρωσία με το Μεξικό: και οι δύο χώρες είναι καπιταλιστικές, οι οικονομίες τους είναι συγκρίσιμες σε μέγεθος, ωστόσο καμία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως ιμπεριαλιστική. Αντιθέτως, όπως οι περισσότερες καπιταλιστικές χώρες, «υφίστανται εκμετάλλευση από τον ιμπεριαλισμό, από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο». Παρόλο που, σύμφωνα με τον Γουίλσον, ο Πούτιν δεν μπορεί να θεωρηθεί αντιιμπεριαλιστής ηγέτης, «η ρωσική στρατιωτική επιχείρηση για την “αποστρατιωτικοποίηση και αποναζιστικοποίηση” της Ουκρανίας και την αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουχάνσκ είναι μια κίνηση ενάντια στον ιμπεριαλισμό, τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ».
Τον Απρίλιο του 2022, ο Ντέιβιντ Νορθ, αρχισυντάκτης του World Socialist Web Site, δημοσίευσε την αλληλογραφία του με έναν ανώνυμο σοσιαλιστή από τη Ρωσία[4]. Καταδικάζοντας την εισβολή στην Ουκρανία ως «μια απελπισμένη και ουσιαστικά αντιδραστική απάντηση στην ανελέητη και εντεινόμενη πίεση που ασκούν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ στη Ρωσία», ο Νορθ τονίζει ότι ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας ωφελεί τα συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, στόχος του οποίου είναι να καταστρέψει τη Ρωσία ως εμπόδιο για τις παγκόσμιες φιλοδοξίες του, προκειμένου να αποκτήσει τον έλεγχο των πυρηνικών της όπλων, και στη συνέχεια να κάνει το ίδιο με την Κίνα. Η Ρωσία και η Κίνα, οι δύο χώρες που πέρασαν κοινωνικές επαναστάσεις και μπορούν να ηγηθούν μιας εξωτερικής πολιτικής ανεξάρτητης από τις ΗΠΑ, αντιμετωπίζονται αποκλειστικά ως αντικείμενα της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας, αλλά ποτέ ως υποκείμενά της.
Ο Ρώσος συνομιλητής του Νορθ αναπτύσσει περαιτέρω αυτή τη λογική, υποστηρίζοντας ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως «ιμπεριαλιστική πράξη ... μια ενέργεια που πραγματοποιείται από μια καπιταλιστική δύναμη προκειμένου να επεκτείνει την οικονομική, χρηματοπιστωτική και στρατιωτική της δύναμη, επιδιώκοντας να ξαναμοιράσει τον κόσμο υπό νέες συνθήκες ύπαρξης»[5]. Η ρωσική αστική τάξη δεν επιχειρεί να κινηθεί πέρα από τη θέση της στο πλαίσιο του διεθνούς καταμερισμού εργασίας, καθώς δεν υπάρχει ανεπτυγμένο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο στη χώρα που θα ήταν έτοιμο να επεκταθεί αναζητώντας νέες επενδυτικές διεξόδους στο εξωτερικό. Ο ανώνυμος σοσιαλιστής πιστεύει ότι η πολιτική της Ρωσίας δεν είναι ιμπεριαλιστική ακόμη και απέναντι στους πιο κοντινούς της γείτονες, τη Λευκορωσία και το Καζακστάν. Για να γίνει μια ιμπεριαλιστική δύναμη, η Ρωσία πρέπει να κινηθεί προς μια φασιστική δικτατορία με κινηματική βάση, κάτι που, κατά τη γνώμη του συγγραφέα, είναι ένα απίθανο σενάριο.
Μύθος και πραγματικότητα του ρωσικού ιμπεριαλισμού
Τα επιχειρήματα αυτά ανάγονται στις συζητήσεις σχετικά με το αν η Ρωσία είναι ιμπεριαλιστικό κράτος που ξεκίνησαν μετά την παρέμβαση της Ρωσίας στην ουκρανική πολιτική κρίση το 2014. Όσοι αρνήθηκαν τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Ρωσικής Ομοσπονδίας βασίστηκαν είτε σε εμπειρικές παρατηρήσεις είτε στις δικές τους ερμηνείες της θεωρίας του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό. Ένα παράδειγμα της πρώτης προσέγγισης μπορεί να βρεθεί στο άρθρο των Ράντικα Ντεσάι, Άλαν Φρίμαν και Μπόρις Καγκαρλίτσκι το 2016, όπου υποστήριζαν ότι, παρόλο που η ρωσική αστική τάξη μπορεί κάλλιστα να προσπαθήσει να εκπληρώσει τις επεκτατικές της φιλοδοξίες χρησιμοποιώντας το κράτος, τέτοια σχέδια θα προσκρούσουν αναπόφευκτα σε αντικειμενικούς περιορισμούς: κυρίως στην αδυναμία του ίδιου του κράτους[6]. Ως η δωδέκατη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε όρους ΑΕΠ, με πολύ λιγότερες στρατιωτικές βάσεις από το ΝΑΤΟ, η Ρωσία το 2016 ήταν δύσκολα ικανή για ιμπεριαλιστική επέκταση, η οποία, επιπλέον, θα επιδείνωνε τους κινδύνους εσωτερικής πολιτικής αστάθειας.
Παράδειγμα της διαφορετικής προσέγγισης είναι μια σειρά άρθρων που δημοσίευσαν οι Ρότζερ Άνις και Ρένφρεϊ Κλαρκ[7], αφιερωμένη στην κριτική του «μύθου του ρωσικού ιμπεριαλισμού» με βάση τη θεωρία του Λένιν. Σύμφωνα με τους Άνις και Κλαρκ, η θεωρία αυτή παραμένει έγκυρη μέχρι σήμερα, αν και με δύο σημαντικές επιφυλάξεις. Πρώτον, οι τυπικές αποικίες έχουν αντικατασταθεί από το σύστημα των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα και ΠΟΕ), τους κύριους φορείς οικονομικής καταπίεσης στον «αναπτυσσόμενο κόσμο». Δεύτερον, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί πόλεμοι έχουν αντικατασταθεί από στρατιωτικές συμμαχίες όπως το ΝΑΤΟ, που έχουν ως στόχο την καταπιεσμένη περιφέρεια. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, τη Δυτική Ευρώπη, τον Καναδά, την Ιαπωνία και την Αυστραλία, η Ρωσία είναι μια χώρα με αδύναμη βιομηχανία, χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας και υπανάπτυκτο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Παίζει «μικρό άμεσο ρόλο στην πεμπτουσία της ιμπεριαλιστικής δραστηριότητας – την εξαγωγή κεφαλαίου στην περιφέρεια και την εξαγωγή κέρδους από την εργασία και τους πόρους των αναπτυσσόμενων χωρών»[8]. Η ρωσική οικονομία εξαρτάται από την εξαγωγή ενεργειακών πόρων. Η Ρωσία δεν διεξάγει εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με περιφερειακές χώρες και δεν αποκομίζει επαρκή οφέλη από τις άνισες ανταλλαγές. Δεν υπάρχει περίσσευμα κεφαλαίου στη χώρα και ένα μεγάλο μέρος των άμεσων ξένων επενδύσεων ρέει στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης ή σε υπεράκτιες δικαιοδοσίες. Οι επενδύσεις αυτές είτε προορίζονται για φοροδιαφυγή και ξέπλυμα χρήματος είτε επανεπενδύονται στη Ρωσία μέσω ξένων οργανισμών. Οι επενδυτικές ευκαιρίες στο εσωτερικό της Ρωσίας απέχουν πολύ από το να εξαντληθούν, επομένως, δεν υπάρχει διαρθρωτική ανάγκη για καπιταλιστική επέκταση στο εξωτερικό, την οποία ο Λένιν θεωρεί ως αφετηρία της ανάλυσής του. Ως εκ τούτου, η Ρωσία, όπως η Ινδία ή η Βραζιλία, δεν είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη και η χρήση στρατιωτικής δύναμης για να παρέμβει στην πολιτική άλλων χωρών, δεν την καθιστά από μόνη της ιμπεριαλιστική. Αντίθετα, εφόσον τα συμφέροντα της Ρωσίας αγνοούνται συστηματικά από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, όπως συμβαίνει με την ανατολική επέκταση του ΝΑΤΟ, αν μη τι άλλο, η Ρωσία είναι θύμα του ιμπεριαλισμού.
Ο Λεβέντ Ντολέκ, αναπληρωτής πρόεδρος του DIP, του Επαναστατικού Εργατικού Κόμματος της Τουρκίας, καταλήγει σε παρόμοια συμπεράσματα. Τον Οκτώβριο του 2018 δημοσίευσε ένα άρθρο που προέβλεπε έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ εναντίον της Ρωσίας και της Κίνας[9]. Όπως οι Άνις και Κλαρκ, ο Ντολέκ βασίζεται στον ορισμό του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και τονίζει ότι στις ιμπεριαλιστικές χώρες οι εξαγωγές κεφαλαίου κυριαρχούν στις εξαγωγές εμπορευμάτων. Αντίθετα, η Κίνα και η Ρωσία είναι καθαροί εισαγωγείς κεφαλαίου και εξάγουν εμπορεύματα: Στο εμπόριο της Κίνας κυριαρχούν οι εξαγωγές βιομηχανικών εμπορευμάτων, ενώ στη Ρωσία οι ενεργειακές πηγές. Οι μεγαλύτερες εταιρείες στη Ρωσία και την Κίνα είναι κρατικά ελεγχόμενες, γεγονός που, κατά τη γνώμη του Ντολέκ, είναι ασυμβίβαστο με τις «κλασικές τάσεις του χρηματιστικού κεφαλαίου». Αυτό σημαίνει ότι και οι δύο χώρες δεν έχουν την οικονομική βάση για την ιμπεριαλιστική επέκταση και, παρόλο που τα κυβερνητικά τους καθεστώτα δεν αξίζουν τη συμπάθεια της αριστεράς, μπορούν τουλάχιστον να αντισταθούν στον «πραγματικό» ιμπεριαλισμό, αν και δεν μπορούν να τον νικήσουν.
Οι Κλαρκ και Ντολέκ ανήκουν στους πιο συνεπείς επικριτές του «μύθου του ρωσικού ιμπεριαλισμού». Σύμφωνα με τον Κλαρκ και τον συν-συγγραφέα του Ντέιβιντ Χολμς, η αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από το ουκρανικό έδαφος μέχρι τα σύνορα της 24ης Φεβρουαρίου 2022 και οι διαπραγματεύσεις για το καθεστώς της Κριμαίας και του Ντονμπάς θα ισοδυναμούσαν με «μια μαζική, μη επιβεβλημένη υποχώρηση προς το παγκόσμιο κεφάλαιο»[10], ενώ η ήττα του καθεστώτος Πούτιν θα οδηγήσει είτε στην επανάληψη της εξάρτησης της Ρωσίας από τη Δύση, όπως στα χρόνια της διακυβέρνησης Γέλτσιν, είτε στην κατάρρευση του κράτους. Ο Ντολέκ πηγαίνει ακόμη πιο μακριά: Η νίκη της Ρωσίας στην Ουκρανία θα ήταν δήθεν μια νίκη επί του ΝΑΤΟ και θα επέφερε ένα τεράστιο πλήγμα στην παγκόσμια αστική τάξη, πυροδοτώντας μια βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης της εργατικής τάξης παγκοσμίως, όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά και στα ιμπεριαλιστικά κέντρα[11]. Αντίθετα, η ήττα της Ρωσίας θα οδηγήσει στην ανάδυση ενός ολιγαρχικού καθεστώτος παρόμοιου με τα χρόνια του Γέλτσιν και η χώρα θα εκφυλιστεί σε ημι-αποικία, δεδομένης της αδυναμίας του ρωσικού προλεταριάτου.
Ο ιμπεριαλισμός της τσαρικής Ρωσίας
Αυτή η επιχειρηματολογία όμως έχει πολλά προβλήματα. Πρώτον, όπως δείχνει η ανάλυση της τσαρικής Ρωσίας από τον ίδιο τον Λένιν, η περιφερειακή θέση ενός κράτους στον διεθνή καταμερισμό εργασίας δεν αποκλείει τη δυνατότητα άσκησης ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Οι Κλαρκ και Ντολέκ αποφεύγουν να ασχοληθούν με αυτό το ζήτημα επιμένοντας ότι υπάρχει ποιοτική διαφορά μεταξύ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και του σύγχρονου ιμπεριαλισμού, τη γέννηση του οποίου περιέγραψε ο Λένιν.
Οι Κλαρκ και Άνις υποστηρίζουν ότι «ο Λένιν θεωρούσε τη Ρωσία της προεπαναστατικής εποχής»[12] ως μια περίπτωση προνεωτερικού, «παραδοσιακού φεουδαρχικού-δυναστικού και εμπορικού ιμπεριαλισμού, βασισμένου στην απόσπαση των αγροτικών προσόδων και των κερδών των εμπόρων» που την ένωνε με την Αυστροουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη διέκρινε από τις χώρες του προηγμένου, «σύγχρονου οικονομικο-βιομηχανικού ιμπεριαλισμού» όπως η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία και οι Η.Π.Α. Ομοίως, ο Ντολέκ ανατρέχει στο φυλλάδιο Σοσιαλισμός και Πόλεμος[13], όπου ο Λένιν γράφει ότι «Στη Ρωσία, ο καπιταλιστικός ιμπεριαλισμός του νεότατου τύπου βρήκε την ολοκληρωτική έκφρασή του στην πολιτική του τσαρισμού απέναντι στην Περσία, τη Μαντζουρία και τη Μογγολία, γενικά όμως, στη Ρωσία δεσπόζει ο στρατιωτικός και φεουδαρχικός ιμπεριαλισμός»[14]. Έτσι, ο Ντολέκ μπορεί να συμπεράνει ότι η Ρωσική Αυτοκρατορία ήταν πιο κοντά στις προκαπιταλιστικές αυτοκρατορίες των Αψβούργων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν εργαλειακά από τους «αληθινούς» ιμπεριαλιστές.
Οι Ντολέκ, Κλαρκ και Άνις επενδύουν τόσο πολύ στην ερμηνεία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό όχι μόνο επειδή σέβονται το γράμμα της θεωρίας: θέλουν επίσης να τονίσουν την ιστορική ρήξη που υποτίθεται ότι διαχωρίζει τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό από τις προηγούμενες μορφές του. Σύμφωνα με αυτούς, όταν ο Λένιν έγραφε για τον ιμπεριαλισμό της τσαρικής Ρωσίας το 1914, μπορούσε να τον επικαλεστεί μόνο ως κατάλοιπο του παρελθόντος (Clarke και Annis) ή να υποδηλώσει τον υποδεέστερο ρόλο της Ρωσίας στον ανταγωνισμό μεταξύ των «αληθινών» ιμπεριαλιστών (Dölek). Ωστόσο, η μετασοβιετική Ρωσία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ιμπεριαλιστική λόγω της περιφερειακής της θέσης στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και της αδυναμίας του χρηματιστικού της κεφαλαίου.
Είναι σωστή αυτή η ερμηνεία του Λένιν; Στα κείμενα που γράφτηκαν το 1915-1916, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του Ιμπεριαλισμός, το Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού, στα οποία βασίζονται οι Κλαρκ και Ντολέκ, ο Λένιν αντιμετωπίζει την τσαρική Ρωσία ως μία από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αν και παραδέχεται ότι είναι σχετικά καθυστερημένη. Τον Αύγουστο του 1915, ο Λένιν γράφει: «Ο κόσμος είναι μοιρασμένος ανάμεσα σε μια χούφτα Μεγάλες Δυνάμεις, δηλαδή Δυνάμεις που έχουν επιτυχίες στη μεγάλη καταλήστευση και καταπίεση των εθνών»[15], αναφερόμενος στη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Ρωσία και τη Γερμανία. Στο άρθρο του 1916, γράφει για «τους ιμπεριαλιστές ληστές που διαθέτουν γιγάντια δύναμη και ανταγωνίζονται με τη μεγαλύτερη οξύτητα» μεταξύ τους[16], αναφέροντας τη Ρωσία μαζί με τη Βρετανία και τη Γερμανία. Νωρίτερα την ίδια χρονιά, τοποθετεί τη Ρωσία δίπλα στις «παλιές ληστρικές δυνάμεις», τη Βρετανία και τη Γαλλία, σε αντίθεση με τη «φεουδαρχική-δυναστική» Αυστροουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία: «Αυτός ο πόλεμος διεξάγεται για την παγκόσμια ηγεμονία, δηλαδή για νέα καταπίεση των αδύναμων εθνών, για μια άλλη διανομή του κόσμου, τη διανομή των αποικιών, των σφαιρών επιρροής κ.λπ. μια διανομή στην οποία οι παλιές ληστρικές δυνάμεις, η Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία, θα παραχωρήσουν ένα μέρος της λείας τους στη Γερμανία, μια νεότερη και ισχυρότερη ληστρική δύναμη»[17]. Τέλος, στο Σοσιαλισμός και Πόλεμος, ο Λένιν αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως μία από τις έξι «λεγόμενες “μεγάλες” (δηλ. επιτυχημένες στη μεγάλη λεηλασία) δυνάμεις»[18], η αντιπαλότητα των οποίων είναι συγκεκριμένη για το σύγχρονο ιμπεριαλισμό (εκτός από τη Ρωσία, ο κατάλογος περιλαμβάνει τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία). Μια παρόμοια επισήμανση γίνεται στο βιβλίο Ιμπεριαλισμός.[19]
Ανισόμετρη ανάπτυξη
Τα κείμενα του Λένιν δείχνουν ότι η Ρωσική Αυτοκρατορία ήταν μια αντιφατική οντότητα: ο «ιμπεριαλισμός τελευταίου τύπου» υπήρχε παράλληλα με την οικονομική καθυστέρηση. Συνοψίζοντας τα επιχειρήματά του για την καπιταλιστική διαίρεση του κόσμου, ο Λένιν γράφει:
«Όσο έντονη και αν υπήρξε τις τελευταίες δεκαετίες η διαδικασία της ισοπέδωσης του κόσμου, της ισοπέδωσης των οικονομικών συνθηκών και των συνθηκών διαβίωσης στις διάφορες χώρες, ως αποτέλεσμα της πίεσης της μεγάλης κλίμακας της βιομηχανίας, του χρηματιστηρίου και του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές∙ και μεταξύ των έξι χωρών που αναφέρθηκαν βλέπουμε, πρώτον, τις νέες καπιταλιστικές χώρες (Αμερική, Γερμανία, Ιαπωνία), των οποίων η πρόοδος ήταν εξαιρετικά γρήγορη, δεύτερον, χώρες με παλαιά καπιταλιστική ανάπτυξη (Γαλλία και Μεγάλη Βρετανία), των οποίων η πρόοδος τον τελευταίο καιρό είναι πολύ πιο αργή από εκείνη των χωρών που αναφέρθηκαν προηγουμένως, και τρίτον, μια χώρα πιο καθυστερημένη οικονομικά (Ρωσία), όπου ο σύγχρονος καπιταλιστικός ιμπεριαλισμός είναι μπλεγμένος, κατά κάποιο τρόπο, σε ένα ιδιαίτερα στενό δίκτυο προκαπιταλιστικών σχέσεων»[20].
Η θέση της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού διατυπώθηκε για πρώτη φορά ρητά από τον Τρότσκι, αλλά ήταν ο Λένιν που την εισήγαγε στη θεωρία του ιμπεριαλισμού[21]. Στον Ιμπεριαλισμό, ο Λένιν γράφει για την ανομοιομορφία της επέκτασης των σιδηροδρόμων[22], την κατανομή των αποικιακών κτήσεων[23], το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης στις διάφορες χώρες[24], τις μορφές εξάρτησης μεταξύ των κρατών[25] κ.λπ. Αυτό αντανακλάται στην ανισότητα μεταξύ των «μεγάλων δυνάμεων» και του υπόλοιπου κόσμου (αποικίες και ημιαποικίες), καθώς και μεταξύ των ίδιων των «μεγάλων δυνάμεων», στο βαθμό που τα επίπεδα της οικονομικής τους ανάπτυξης επίσης διαφέρουν. Τέλος, όπως δείχνει η περίπτωση της Ρωσίας, η εσωτερική καπιταλιστική ανάπτυξη των επιμέρους «μεγάλων δυνάμεων» είναι επίσης ανισόμετρη.
Παρά την εσωτερική ανισομετρία της ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Ρωσία, ο Λένιν αντιμετωπίζει απερίφραστα τη Ρωσική Αυτοκρατορία ως μέρος του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού ή «του ανταγωνισμού μερικών ιμπεριαλισμών»[26], τον οποίο θεωρεί ως το βασικό πολιτικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου ιμπεριαλισμού. Ο Λένιν αντιπαραβάλλει αυτόν τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό όχι με τις προκαπιταλιστικές αυτοκρατορίες, αλλά με την περίοδο μεταξύ της δεκαετίας του 1840 και του 1860, που ήταν η εποχή της «ανάπτυξης του προμονοπωλιακού καπιταλισμού, του καπιταλισμού στον οποίο κυριαρχούσε ο ελεύθερος συναγωνισμός»[27] και της κυριαρχίας της Βρετανίας ως μονοπωλιακού προμηθευτή βιομηχανικών προϊόντων και της πλουσιότερης αποικιακής δύναμης[28].
Η περίοδος αυτή έληξε με την κρίση του 1873, η οποία σηματοδότησε την έναρξη της τριακονταετούς μετάβασης στον μονοπωλιακό καπιταλισμό[29]. Ως αποτέλεσμα της συγχώνευσης των βιομηχανικών και τραπεζικών μονοπωλίων, εμφανίστηκε το χρηματιστικό κεφάλαιο και ο αγώνας για τη διανομή του κόσμου εντάθηκε. Το βρετανικό βιομηχανικό μονοπώλιο δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει χωρίς συναγωνισμό[30]. Στο κείμενο του 1916, ο Λένιν αναπτύσσει την ιδέα του:
«Το τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα αποτέλεσε ένα πέρασμα στη νέα, την ιμπεριαλιστική εποχή. Το μονοπώλειο το απολαμβάνει το χρηματιστικό κεφάλαιο όχι μιας, αλλά μερικών, πολύ λίγων, Μεγάλων Δυνάμεων. (Στην Ιαπωνία και τη Ρωσία το μονοπώλιο της στρατιωτικής δύναμης του απέραντου εδάφους ή των ιδιαίτερα βολικών συνθηκών καταλήστευσης των αλλογενών, της Κίνας κ.λπ., εν μέρει συμπληρώνει και εν μέρει αντικαθιστά το μονοπώλιο του σύγχρονου, νεότατου χρηματιστικού κεφαλαίου). Από τη διαφορά αυτή προκύπτει ότι το μονοπώλειο της Αγγλίας μπόρεσε να είναι επί δεκαετίες αδιαφιλονίκητο. Το μονοπώλιο του σύγχρονου χρηματιστικού κεφαλαίου διαφιλονικείται λυσσαλέα· άρχισε η εποχή των ιμπεριαλιστικών πολέμων.»[31]
Η τσαρική Ρωσία ήταν αναμφισβήτητα μέρος του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Αν και η ελλιπής και ανισόμετρη ανάπτυξη του χρηματιστικού της κεφαλαίου εμπόδιζε την κατηγοριοποίησή της ως «οικονομικά πλούσιας» χώρας, αυτά αντισταθμίστηκαν από την εδαφική επέκταση και τη στρατιωτική ισχύ.
Τα στάδια του καπιταλισμού
Όπως υποστηρίχθηκε παραπάνω, οι Κλαρκ και Ντολέκ επιχειρούν να αποκαλύψουν τον μύθο του ρωσικού ιμπεριαλισμού δείχνοντας ότι ο καπιταλισμός στη σημερινή Ρωσία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως προηγμένος[32]. Αν ο ιμπεριαλισμός είναι πράγματι το υψηλότερο στάδιο του καπιταλισμού, τότε ο σύγχρονος ρωσικός καπιταλισμός υπολείπεται κατά πολύ του σημείου αυτού, είτε αξιολογείται με βάση τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, είτε με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, είτε με οποιοδήποτε άλλο συμβατικό μέτρο. Είναι όμως σωστό να ταυτίζουμε το υψηλότερο στάδιο του καπιταλισμού με το επίπεδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε μια μεμονωμένη χώρα;
Ο Λένιν λέει ξεκάθαρα ότι το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού πρέπει να νοηθεί ως εκείνο στο οποίο η παραγωγή φτάνει σε τέτοια κλίμακα ώστε η ελευθερία του ανταγωνισμού να αντικαθίσταται από το μονοπώλιο[33]. Αυτή είναι, σύμφωνα με τον Λένιν, «η οικονομική ουσία του ιμπεριαλισμού»[34]. Εδώ αξίζει να επιστρέψουμε στη θέση περί ανισόμετρης ανάπτυξης. Στην πολεμική του εναντίον του Κάουτσκι, ο Λένιν επισημαίνει ότι η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου, χαρακτηριστικό της ιμπεριαλιστικής εποχής, δεν μειώνει, αλλά, αντίθετα, αυξάνει «την ανισομετρία και τις αντιθέσεις μέσα στην παγκόσμια οικονομία»[35]. Ήδη αυτό το επιχείρημα καθιστά σαφές ότι, όταν μιλάει για το υψηλότερο στάδιο του καπιταλισμού, ο Λένιν δεν αναφέρεται σε μεμονωμένες χώρες και στο ιδιαίτερο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξής τους∙ αντίθετα, εννοεί ολόκληρο το σύστημα οικονομικών σχέσεων που περιλαμβάνει ολόκληρο τον κόσμο. Ο ιμπεριαλισμός δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας διεθνούς οικονομικής ολοκλήρωσης.
Όπως γράφει ο Λένιν, το έδαφος της γης έχει ήδη μοιραστεί από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες, δηλαδή έχει ήδη εμπλακεί στη διαδικασία της καπιταλιστικής συσσώρευσης, έστω και ως πλούσια σε πόρους περιφέρεια. Η ιμπεριαλιστική εποχή είναι η εποχή της ανακατανομής ενός κόσμου που έχει ήδη διαιρεθεί, όταν «στα πολυάριθμα “παλιά” ελατήρια της αποικιοκρατικής πολιτικής, το χρηματιστικό κεφάλαιο πρόσθεσε και τον αγώνα για τις πηγές πρώτων υλών, για την εξαγωγή κεφαλαίων, για “σφαίρες επιρροής”, δηλαδή για τις σφαίρες προσοδοφόρων συμφωνιών, παραχωρήσεων, μονοπωλιακών κερδών κ.ά. – τέλος για οικονομικό έδαφος γενικά»[36].
Ο ανισόμετρος χαρακτήρας της καπιταλιστικής ανάπτυξης, σύμφωνα με τον Λένιν, αποκλείει οποιοδήποτε άλλο μέσο εκτός από τον πόλεμο και τη διανομή των σφαιρών επιρροής (συμπεριλαμβανομένων των αποικιών) για τη συμφιλίωση της ανισότητας μεταξύ της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της συσσώρευσης κεφαλαίου[37]. Κατά την εποχή του ανταγωνιστικού καπιταλισμού, η άμεση σύγκρουση μπορούσε να αποφευχθεί μέσω της αποικιοποίησης νέων εδαφών, αλλά η μετάβαση στον μονοπωλιακό καπιταλισμό σημαίνει μετάβαση «στην αποικιοκρατική πολιτική της μονοπωλιακής κατοχής των εδαφών της γης, που έχει ολότελα μοιραστεί»[38], καθιστώντας τη σύγκρουση αναπόφευκτη:
«Γιατί στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν είναι νοητή άλλη βάση για το μοίρασμα των σφαιρών επιρροής, συμφερόντων, αποικιών κ.ά., εκτός από τη βάση που υπολογίζει τη δύναμη των χωρών που συμμετέχουν στο μοίρασμα, τη γενική οικονομική, τη χρηματιστική, τη στρατιωτική κτλ. δύναμη. Η δύναμη όμως δεν αλλάζει ομοιόμορφα στις χώρες που συμμετέχουν στο μοίρασμα, γιατί στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρχει ισόμετρη ανάπτυξη των χωριστών επιχειρήσεων, τραστ, κλάδων της βιομηχανίας και χωρών.»[39]
Εδώ, ο Λένιν τονίζει για άλλη μια φορά ότι οι πηγές της ιμπεριαλιστικής εξουσίας είναι διαφορετικές και δεν περιορίζονται μόνο στην «οικονομική εξουσία». Επιπλέον, οι διαφορετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είναι διαφορετικά εφοδιασμένες. Αυτή είναι μια ακόμη διάσταση του γενικά ανισόμετρου χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης που γίνεται ακόμη πιο έντονη με τη μετάβαση στο μονοπωλιακό στάδιο, καθιστώντας την άμεση αντιπαράθεση μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αναπόφευκτη. Οι χώρες που συμμετέχουν στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και έτσι μπορεί κάλλιστα να περιλαμβάνουν όχι μόνο οικονομικές δυνάμεις, αλλά και μια περιφερειακή αυτοκρατορία με μονοπωλιακά πλεονεκτήματα στη στρατιωτική δύναμη και την πρόσβαση σε πηγές πρώτων υλών.
Όπως δείχνει η ανάλυση των παγκόσμιων συστημάτων, παρά την οικονομική του καθυστέρηση, ο περιφερειακός καπιταλισμός μπορεί να εξελιχθεί ως καπιταλισμός, π.χ. όσον αφορά τις μεθόδους εκμετάλλευσης της εργασίας. Οι ιδιοκτήτες φυτειών του αμερικανικού Νότου ή της Δυτικής Ινδίας μπορεί να ήταν πιο αποτελεσματικοί ως καπιταλιστές από τους βιομηχάνους της Βρετανίας ή της Νέας Αγγλίας, παρόλο που και οι δύο συμμετείχαν στο ίδιο σύστημα διατλαντικού καταμερισμού της εργασίας[40]. Αντίστοιχα, ο διεφθαρμένος «διαπλεκόμενος» καπιταλισμός μπορεί να προκαλέσει μορφές ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας πιο επικίνδυνες από εκείνες του λειτουργικού «προηγμένου καπιταλισμού».
Χρηματοοικονομικό κεφάλαιο και επενδυτικός ιμπεριαλισμός
Στην ανάλυσή τους, τόσο ο Κλαρκ όσο και ο Ντολέκ δεν επικαλούνται μόνο τους συνολικούς δείκτες οικονομικής ανάπτυξης και την ποιότητα του θεσμικού περιβάλλοντος, αλλά και τον ρόλο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου στην ιμπεριαλιστική επέκταση, όπως τόνισε ο Λένιν. Ο Ντολέκ γράφει ότι, εφόσον είναι καθαροί εξαγωγείς εμπορευμάτων (και όχι καθαροί εξαγωγείς κεφαλαίου), ούτε η Ρωσία ούτε η Κίνα μπορούν να είναι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις[41]. Παρόλο που η Ρωσία εξάγει κεφάλαιο στις μετασοβιετικές χώρες, το μεγαλύτερο μέρος των εξερχόμενων ξένων επενδύσεων της Ρωσίας κατευθύνεται σε offshores ή σε οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ, και έτσι μοιάζει με ένα μοτίβο φυγής κεφαλαίων, παρά με ιμπεριαλιστική επέκταση. Οι Κλαρκ και Άνις επισημαίνουν επίσης ότι η ταξική συμμαχία μεταξύ χρηματοπιστωτικών και βιομηχανικών καπιταλιστών που περιέγραψε ο Λένιν απουσιάζει από τη Ρωσία, και η πραγματική ηγεμονική δύναμη αντιπροσωπεύεται από τη συμμαχία των κορυφαίων κυβερνητικών αξιωματούχων και των ολιγαρχών των πόρων[42].
Μια τέτοια ανάγνωση περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της θεωρίας του Λένιν σε μια συγκεκριμένη μορφή ιμπεριαλιστικής επέκτασης, αυτή του επενδυτικού ιμπεριαλισμού. Στον ορισμό του για τον ιμπεριαλισμό, ο Λένιν δίνει έμφαση στο ρόλο του χρηματιστικού κεφαλαίου και της χρηματιστικής ολιγαρχίας ως βασικών κινητήριων δυνάμεων της ιμπεριαλιστικής επέκτασης, καθώς και στο ρόλο των εξαγωγών κεφαλαίου ως μέσο[43]. Εδώ αναπτύσσει το επιχείρημα του Χόμπσον[44] ότι το βασικό πολιτικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου ιμπεριαλισμού είναι η αντιπαλότητα πολλών αυτοκρατοριών, ενώ η οικονομική του καινοτομία συνίσταται στην κυριαρχία των χρηματοπιστωτικών ή επενδυτικών συμφερόντων έναντι των εμπορικών συμφερόντων. Ωστόσο, ως διαφορετικό από το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο του Χόμπσον, ο Λένιν χρησιμοποιεί τη μαρξιστική έννοια του χρηματιστικού κεφαλαίου (Finanzkapital)[45], όπως κωδικοποιήθηκε από τον Ρούντολφ Χίλφερντινγκ, αναφερόμενος στη συγχώνευση των βιομηχανικών και τραπεζικών μονοπωλίων. Έτσι, δεν εννοεί απλώς τον καθοριστικό ρόλο των χρηματοπιστωτικών συμφερόντων, αλλά μιλάει για το υψηλότερο στάδιο της μονοπώλησης, όταν τα ενδοτομεακά μονοπώλια (π.χ. στις τράπεζες ή στη μεταποίηση) αρχίζουν να συγχωνεύονται και διατομεακά, σε υψηλότερο επίπεδο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον Ιμπεριαλισμό, καθώς και σε άλλα έργα[46] που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Λένιν χρησιμοποιεί εναλλακτικά τους όρους «ιμπεριαλισμός» και «εποχή του χρηματιστικού κεφαλαίου»[47]. Το νεότερο στάδιο του καπιταλισμού είναι ο μονοπωλιακός καπιταλισμός και το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι κάτι σαν το μονοπώλιο των μονοπωλίων, ο σχηματισμός του οποίου σηματοδοτεί τη μετάβαση από τον καπιταλισμό σε μια ανώτερη κοινωνικοοικονομική τάξη[48]. Με άλλα λόγια, ο Λένιν ξεχώρισε το χρηματιστικό κεφάλαιο ως την πιο σαφή έκφραση της μονοπώλησης που παρατηρήθηκε στην εποχή του, επιτρέποντας άλλες δυνατότητες.
Προσθέτοντας στον οικονομικό ορισμό του ιμπεριαλισμού[49] μια παρουσίαση της ιστορικής του θέσης, ο Λένιν υπογραμμίζει τέσσερα είδη μονοπωλίων που χαρακτηρίζουν την ιμπεριαλιστική εποχή: μονοπώλια που βασίζονται στη συγκεντροποιημένη παραγωγή, αποκλειστική πρόσβαση στις πρώτες ύλες, τραπεζικά μονοπώλια και εδαφικά μονοπώλια (ή «μονοπωλιακή κατοχή αποικιών»)[50]. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μπορούσαν να βασίζονται σε διάφορους συνδυασμούς αυτών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1910, όταν η ανάπτυξη του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος έφτασε στο αποκορύφωμά της[51], η συγχώνευση των βιομηχανικών και τραπεζικών μονοπωλίων θα μπορούσε να φανεί ως ο πιο προηγμένος συνδυασμός (όπως και στον Λένιν). Ωστόσο, άλλοι συνδυασμοί ήταν επίσης δυνατοί – για παράδειγμα, ένας συνδυασμός μονοπωλίων πρώτων υλών και εδαφικών μονοπωλίων, ο οποίος στην περίπτωση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας θα αντιστάθμιζε την έλλειψη «οικονομικής δύναμης».
Παρόμοιο σκεπτικό μπορεί να εφαρμοστεί στο ζήτημα των εξαγωγών κεφαλαίου, στο οποίο ο Λένιν, ακολουθώντας τον Χόμπσον, αποδίδει ιδιαίτερη σημασία ως το κύριο εργαλείο της ιμπεριαλιστικής επέκτασης. Το πλεονάζον κεφάλαιο που συσσωρεύεται μέσω των μονοπωλιακών κερδών δημιουργεί ένα δίλημμα για τον καπιταλιστή[52]: είτε να το μοιραστεί με τους εργάτες και να μειώσει έτσι το περιθώριο κέρδους (αδύνατο στον καπιταλισμό, σύμφωνα με τον Λένιν), είτε να το επενδύσει στο εξωτερικό, σε χώρες με χαμηλότερο κόστος παραγωγής, γεγονός που καθιστά αναγκαία την πολιτική και στρατιωτική παρέμβαση για την προστασία των επενδύσεων. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι, σε αντίθεση με τον Χόμπσον και τον Λένιν, οι εξαγωγές κεφαλαίου και η εδαφική επέκταση αποκλίνουν και δεν συνδέονται απαραίτητα μεταξύ τους[53]. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του αιώνα, όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία, επανεισήγαγαν τα εισοδήματα από τις ξένες επενδύσεις και δεν ήταν εξαγωγείς, αλλά εισαγωγείς κεφαλαίου. Την περίοδο 1870-1900, την περίοδο που ο Λένιν περιέγραψε ως μετάβαση από τον ανταγωνιστικό στον μονοπωλιακό καπιταλισμό, το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών ξένων επενδύσεων πήγαινε στα κράτη των Ευρωπαίων εποίκων του Νέου Κόσμου και όχι στις τροπικές περιοχές όπου δημιουργούνταν τυπικές αποικίες.
Οικονομία και πολιτική
Επισημαίνοντας την καθυστέρηση του ρωσικού καπιταλισμού, οι Ντολέκ και Κλαρκ δεν αναφέρονται μόνο στους οικονομικούς δείκτες, αλλά και στη συνολική κατάσταση του θεσμικού περιβάλλοντος: Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις της Ρωσίας ελέγχονται από το κράτος∙ το συσσωρευμένο κεφάλαιο δεν επανεπενδύεται, αλλά ιδιοποιείται μέσω εσωτερικών προσόδων∙ το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι ασταθές∙ το κράτος δικαίου δεν διασφαλίζεται κ.λπ. Ο ρωσικός καπιταλισμός είναι δυσλειτουργικός, διεφθαρμένος και πολιτικοποιημένος και ως εκ τούτου δεν μπορεί υποτίθεται να επιδιώξει ιμπεριαλιστική επέκταση. Ή μήπως μπορεί;
Αποκαλώντας τον ιμπεριαλισμό το ανώτερο στάδιο του καπιταλισμού, ο Λένιν είχε ως στόχο να δείξει την καπιταλιστική φύση του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε μια πολεμική με άλλους σοσιαλιστές που έβλεπαν τον ιμπεριαλισμό ως πολιτική διαστρέβλωση της εγγενούς οικονομικής λογικής του καπιταλισμού: τη σταδιακή εμβάθυνση του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας και της οικονομικής αλληλεξάρτησης, που ευνοεί την ειρηνική συνύπαρξη[54].
Ο Λένιν επέκρινε τέτοιες προσπάθειες αναγωγής της πολιτικής στην οικονομία, χαρακτηρίζοντάς τες καρικατούρα του μαρξισμού[55]. Θεωρητικά, ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός μπορεί να βασίζεται σε τυπικά ειρηνικά μέσα, όπως η αγορά των πηγών των πρώτων υλών ή των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Στην πράξη, οι ιμπεριαλιστές στρέφονται σε πολιτικές ή ακόμη και εγκληματικές μεθόδους. Για παράδειγμα, η προσάρτηση εδαφών διευκολύνει την οικονομική τους ενσωμάτωση: για έναν ιμπεριαλιστή, η προσάρτηση καθιστά «ευκολότερο να εξαγοράσει κανείς τους υπαλλήλους, να πετύχει εκχωρήσεις, να περάσει ένα ευνοϊκό νόμο κτλ.»[56]. Το περιεχόμενο του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, ο αγώνας για το μοίρασμα του κόσμου[57], είναι ανεξάρτητο από τη συγκεκριμένη μορφή που μπορεί να πάρει, ειρηνική ή μη.
Τότε, οι αντίπαλοι του Λένιν έβλεπαν τον ιμπεριαλισμό ως καθαρά πολιτικό και τους διέφυγε η ενσωμάτωσή του στις υλικές συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Οι σημερινοί επικριτές του μύθου του ρωσικού ιμπεριαλισμού τον αντιμετωπίζουν ως καθαρά οικονομικό, βλέποντας την πολιτική ενσωμάτωση του ρωσικού καπιταλισμού ως απόδειξη της καθυστέρησής του. Και τα δύο επιχειρήματα βασίζονται στην αστική θεώρηση του πολιτικού και του οικονομικού ως ξεχωριστών πεδίων που υπάρχουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο[58]. Στην άποψή του για τον προηγμένο καπιταλισμό, ο Ντολέκ και ο Κλαρκ βασίζονται σιωπηρά στη φιλελεύθερη αντίληψη του καπιταλισμού που ανάγεται στον Μαξ Βέμπερ, ο οποίος τόνισε ότι ο ορθολογικός καπιταλισμός είναι ανεξάρτητος από την πολιτική παρέμβαση και δρα με τυπικά ειρηνικά μέσα.
Και όμως, οι ολοένα και πιο θολές γραμμές μεταξύ του μεγάλου κεφαλαίου και του κράτους, η βίαιη κατάληψη περιουσιακών στοιχείων, ο επίσημος και ανεπίσημος κρατικός έλεγχος των μεγάλων επιχειρήσεων και η εσωτερική απόσπαση προσόδων, μαζί με άλλα παραδείγματα διαπλοκής της οικονομίας και της πολιτικής στη σύγχρονη Ρωσία, δεν αποτελούν ανωμαλίες από τη σκοπιά της θεωρίας του Λένιν. Όπως και στον μαρξισμό γενικότερα, η βία δεν αντιμετωπίζεται ως κάτι εξωτερικό του καπιταλισμού. Με αυτή την έννοια, ο ιουρασικός καπιταλισμός[59] της Ρωσίας δεν είναι λιγότερο, αλλά αντίθετα ίσως πιο «φυσιολογικός» από τις αμερικανικές ή δυτικοευρωπαϊκές ποικιλίες του, τις οποίες οι Ντολέκ και Κλαρκ φαίνεται να παίρνουν ως αφετηρία.
Μετά τον Λένιν
Η θεωρία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό δεν είναι σαφώς το καλύτερο εργαλείο για να καταρριφθεί ο μύθος του ρωσικού ιμπεριαλισμού. Είναι όμως χρήσιμη για την κατανόηση του σύγχρονου ιμπεριαλισμού, ρωσικού ή άλλου; Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, αξίζει να στραφούμε στην ιστορική κοινωνιολογία του ιμπεριαλισμού και της αποικιοκρατίας[60]. Οι ιστορικοί κοινωνιολόγοι αντιμετωπίζουν τον ιμπεριαλισμό ως μια μορφή αυτοκρατορικής κυριαρχίας[61] – μια ιεραρχική σχέση, στην οποία μια μητρόπολη κυριαρχεί σε μια περιφέρεια περιορίζοντας την κυριαρχία της για να επιδιώξει οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά ή άλλα οφέλη.
Το αντικείμενο της αυτοκρατορικής κυριαρχίας[62] μπορεί να είναι μια συγκεκριμένη περιοχή την οποία η μητρόπολη ενσωματώνει στην επικράτειά της μέσω προσάρτησης ή κατάκτησης, μετατρέποντάς την σε επαρχία, ή η οποία κυβερνάται από ένα κράτος-πληρεξούσιο[63] που ελέγχεται από τη μητρόπολη, μετατρέποντάς την σε αποικία. Και στις δύο περιπτώσεις, η περιφέρεια χάνει την κυριαρχία της. Η έννοια της αυτοκρατορίας συνδέεται συχνά με την εδαφική κυριαρχία, είτε αυτή ασκείται από τη βασιζόμενη στη γη Οθωμανική ή τη Ρωσική αυτοκρατορία είτε από την αποικιοκρατική Βρετανική Αυτοκρατορία.
Η μητρόπολη μπορεί επίσης να κυριαρχεί άτυπα στην περιφέρεια, χωρίς να περιορίζει άμεσα την κυριαρχία της. Στην περίπτωση αυτή, το αντικείμενο ελέγχου δεν είναι μια επικράτεια, αλλά ο αφηρημένος χώρος συμφερόντων ή «σφαίρες επιρροής». Στην ιστορική κοινωνιολογία, η έννοια του ιμπεριαλισμού χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει αυτή τη μη εδαφική μορφή αυτοκρατορικής κυριαρχίας.
Ακολουθώντας αυτή τη λογική, το πρωτότυπο του σύγχρονου ιμπεριαλισμού μπορεί να βρεθεί στις πρώιμες σύγχρονες πόλεις-κράτη της Βόρειας Ιταλίας, οι οποίες αγωνίζονταν για πολιτική και διπλωματική επιρροή πέρα από τα σύνορά τους, προκειμένου να διατηρήσουν την ισορροπία δυνάμεων και να προστατεύσουν τα εμπορικά τους συμφέροντα, μεταξύ άλλων και μέσω της υποστήριξης ευνοούμενων ξένων ηγεμόνων. Ένα άλλο παράδειγμα μη εδαφικής αυτοκρατορικής κυριαρχίας είναι η πορτογαλική αυτοκρατορία κατά τον δέκατο πέμπτο και δέκατο έκτο αιώνα, η οποία δημιούργησε ένα δίκτυο οχυρών και θύλακες κατά μήκος των ακτών της Δυτικής Αφρικής, καθώς και ένα σύστημα φυτειών σκλάβων και μεταλλευτικών μονάδων κατά μήκος του ποταμού Ζαμβέζη. Μέχρι τον δέκατο ένατο αιώνα, οι Πορτογάλοι προτιμούσαν το εμπόριο και την εξόρυξη πόρων από την εδαφική κατάκτηση∙ υπό αυτή την έννοια, η Πορτογαλική Αυτοκρατορία έμοιαζε με το πρότυπο μιας αυτοκρατορίας στρατιωτικών βάσεων[64], όπως οι σημερινές ΗΠΑ.
Η πρώιμη σύγχρονη μη εδαφική αυτοκρατορική κυριαρχία ήταν αδιάσπαστη με το εμπόριο, αλλά ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός έχει μια πιο φιλόδοξη ατζέντα για τον έλεγχο των σφαιρών επιρροής και βασίζεται σε ένα πιο ποικίλο ρεπερτόριο μέσων. Αυτά περιλαμβάνουν βραχυπρόθεσμες στρατιωτικές εκστρατείες, επεμβάσεις και ειδικές επιχειρήσεις∙ στρατιωτική, διπλωματική και οικονομική υποστήριξη περιφερειακών δεσποτικών καθεστώτων (όπως η υποστήριξη των ΗΠΑ στη Νικαράγουα τη δεκαετία του 1930), καθώς και οικονομικό εξαναγκασμό μέσω άνισης ανταλλαγής, εμπορικής ή δανειακής εξάρτησης και οικονομικών κυρώσεων[65]. Η Βρετανική Αυτοκρατορία και οι ΗΠΑ θεωρούνται παραδειγματικές περιπτώσεις σύγχρονου ιμπεριαλισμού, αλλά στην ιστορία τους υπάρχουν τόσο εδαφικές όσο και μη εδαφικές μορφές επέκτασης. Έτσι, όταν έφτασε στο απόγειο της δύναμής της, η Βρετανική Αυτοκρατορία συνδύασε με επιτυχία την (εδαφική) αποικιοκρατία και τον (μη εδαφικό) ιμπεριαλισμό του ελεύθερου εμπορίου. Στην ιστορία των ΗΠΑ κατά τον εικοστό αιώνα κυριαρχεί ο άτυπος ιμπεριαλισμός, αλλά προηγήθηκε η ηπειρωτική οικονομική ολοκλήρωση και ακόμη και η απόκτηση τυπικών αποικιών ως αποτέλεσμα του Ισπανοαμερικανικού Πολέμου του 1898.
Ο Λένιν δεν έκανε διάκριση μεταξύ εδαφικών και μη εδαφικών μορφών αυτοκρατορικής κυριαρχίας, αποικιοκρατίας και άτυπου ιμπεριαλισμού, ενώνοντάς τες κάτω από τον γενικό όρο ιμπεριαλισμός. Από τη σκοπιά της σύγχρονης ιστορικής κοινωνιολογίας, η θεωρία του μπορεί να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια να συσχετίσει δύο σύγχρονες μορφές αυτοκρατορικής κυριαρχίας, μια εδαφική (αποικιοκρατία) και μια μη εδαφική (ιμπεριαλισμός), επισημαίνοντας την κοινή τους αιτία: τον μονοπωλιακό καπιταλισμό.
Όπως σημειώνει ο Τζοβιάνι Αρίγκι, η διατύπωση «ιμπεριαλισμός, το υψηλότερο στάδιο του καπιταλισμού» επιτρέπει δύο αναγνώσεις[66]. Από τη μία πλευρά, ο όρος «ιμπεριαλισμός» θα μπορούσε να θεωρηθεί απλώς ως μια άλλη ονομασία για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, δεδομένου ότι είναι ο τελευταίος που ο Λένιν αποκαλεί το υψηλότερο στάδιο του καπιταλισμού. Από την άλλη πλευρά, ο ιμπεριαλισμός μπορεί να θεωρηθεί ως συνέπεια του μονοπωλιακού καπιταλισμού, άρα ως αυτοτελές εμπειρικό φαινόμενο. Στην περίπτωση αυτή, η κεντρική θέση της θεωρίας του Λένιν θα ήταν ότι η μετάβαση από τον συναγωνιστικό στον μονοπωλιακό καπιταλισμό αποκλείει τη δυνατότητα ειρηνικού ανταγωνισμού και οδηγεί αναπόφευκτα σε σύγκρουση των καπιταλιστικών κρατών:
«Η εποχή του νεότατου καπιταλισμού μας δείχνει ότι ανάμεσα στις ενώσεις των καπιταλιστών διαμορφώνονται ορισμένες σχέσεις πάνω στη βάση του οικονομικού μοιράσματος του κόσμου, και παράλληλα και σε σχέση μ’ αυτό ανάμεσα στις πολιτικές ενώσεις, ανάμεσα στα κράτη, διαμορφώνονται ορισμένες σχέσεις πάνω στη βάση του εδαφικού μοιράσματος του κόσμου, της πάλης για τις αποικίες, της “πάλης για οικονομικό χώρο”.»[67]
Στο ρωσικό πρωτότυπο, το τελευταίο μέρος του παραπάνω αποσπάσματος μεταφράζεται κυριολεκτικά ως «ο αγώνας για την οικονομική επικράτεια» (борьба за хозяйственную территорию)[68]. Ιστορικά μιλώντας, ο Λένιν είχε δίκιο: ο αγώνας για οικονομική επικράτεια έγινε πράγματι μέρος του ρεπερτορίου των κινήτρων των επεκτατικών πολιτικών μεταξύ του 1870 και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου[69], όταν, παρατηρώντας τη βιομηχανική ανάπτυξη των ΗΠΑ, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της ηπειρωτικής Ευρώπης άρχισαν να συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο το κολοσσιαίο οικονομικό πλεονέκτημα της εδαφικής ολοκλήρωσης. Παρ’ όλα αυτά, τα κίνητρα των αποικιοκρατικών και ιμπεριαλιστικών πολιτικών δεν εξαντλήθηκαν ποτέ σε αμιγώς οικονομικές εκτιμήσεις[70] και, αντίθετα, οι οικονομικές δικαιολογίες του αγώνα για οικονομική επικράτεια δεν ήταν πάντα ρεαλιστικές[71]. Σύμφωνα με τον ιστορικό Γιούργκεν Οστερχάμελ, η έννοια του ιμπεριαλισμού είναι ευρύτερη από την αποικιοκρατία[72], καθώς ο ιμπεριαλισμός συνεπάγεται την ικανότητα της μητρόπολης να διατυπώνει τα εθνικά της συμφέροντα ως αυτοκρατορικά και να τα επιδιώκει πέρα από τα σύνορά της. Αυτή η αυτοκρατορική δραστηριότητα μπορεί να περιλαμβάνει την αποικιακή αρπαγή γης, αλλά οι αποικίες, ή το οικονομικό έδαφος, δεν είναι σημαντικά αυτά καθαυτά, αλλά μάλλον ως δυνητικά σημεία στο ιμπεριαλιστικό παζάρι: μπορούν να θυσιαστούν για άλλους σκοπούς της αυτοκρατορικής πολιτικής.
Αυτή η προσέγγιση συνάδει με την προσέγγιση του Λένιν για τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, του οποίου οι στόχοι δεν περιορίζονται στην αρπαγή γης και τα μέσα είναι ευρύτερα από την τυπικά ειρηνική «οικονομική προσάρτηση». Η οικονομική επικράτεια, μαζί με τις σφαίρες επιρροής, είναι μια ειδική περίπτωση[73] του αγώνα για τη διανομή του κόσμου, ο οποίος μπορεί να είναι ειρηνικός ή μη[74]. Ωστόσο, αυτός ο αγώνας δεν είναι εξωτερικός προς τον καπιταλισμό, αλλά αναπτύσσεται στο έδαφός του∙ όταν ο καπιταλισμός γίνεται μονοπωλιακός, η ιμπεριαλιστική σύγκρουση –εν τέλει ο πόλεμος– γίνεται δομικό χαρακτηριστικό του διακρατικού συστήματος.
Ιμπεριαλισμός και δημοκρατία
Η συνήθης ανάγνωση της θεωρίας του Λένιν αντιμετωπίζει τα μονοπώλια ως την κινητήρια δύναμη της ιμπεριαλιστικής επέκτασης: έχοντας κατακτήσει τις εθνικές αγορές, προσπαθούν να ξεπεράσουν τα πολιτικά σύνορα των χωρών τους, αναγκάζοντας τα κράτη να υποστηρίξουν αυτή την επέκταση και να προστατεύσουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών στο εξωτερικό. Όμως η κατανόηση του μονοπωλίου από τον Λένιν είναι διαφορετική από τη στενή οικονομική έννοια της απουσίας ανταγωνισμού∙ μάλλον, αυτό που εννοεί με τον όρο μονοπώλιο είναι μια κατάσταση στην οποία ένας από τους ανταγωνιστές, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις είτε για κράτη, έχει ένα ουσιαστικό πλεονέκτημα έναντι όλων των άλλων. Ακριβώς μια τέτοια ανισορροπία εννοείται στο απόσπασμα που αναφέρθηκε παραπάνω, όπου ο Λένιν λέει ότι η εδαφική έκταση και η στρατιωτική ισχύς της Ρωσικής Αυτοκρατορίας μπορούσαν να αντισταθμίσουν τη σχετική υπανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου[75].
Εφόσον ο μονοπωλιακός καπιταλισμός παραμένει ανισόμετρος και άνισος, θα δημιουργεί συνεχώς τέτοιες ασυμμετρίες, δημιουργώντας τις δομικές συνθήκες για ιμπεριαλιστική επέκταση που μπορεί να εξελιχθεί σε πόλεμο. Η συγκέντρωση της οικονομικής δύναμης, δηλαδή ο σχηματισμός μονοπωλίων με τη στενή οικονομική έννοια, συνοδεύεται από τη συγκέντρωση της πολιτικής δύναμης. Έτσι, ένα υποκείμενο αποκτά ένα συντριπτικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων, ανεξάρτητα από το αν το υποκείμενο αυτό είναι μια καπιταλιστική εταιρεία καλά εφοδιασμένη με πόρους άσκησης πίεσης ή μια περιφερειακή δικτατορία που έχει θέσει υπό τον έλεγχό της τις εγχώριες μεγάλες επιχειρήσεις.
Με τη σειρά τους, οι ωφελημένοι από τα πολιτικά και οικονομικά μονοπώλια (οι κυρίαρχες ελίτ των «μεγάλων» δυνάμεων ή εκείνων των δυνάμεων που απλώς διεκδικούν την «υπεροχή») θα προσπαθήσουν να μετατρέψουν αυτό το σχετικό και συχνά προσωρινό πλεονέκτημα σε μια μακροχρόνια σχέση κυριαρχίας, αναλαμβάνοντας το ρόλο του αυτοκρατορικού κέντρου που κυριαρχεί στην περιφέρεια. Οι συγκεκριμένες μορφές αυτοκρατορικής κυριαρχίας, εδαφικές ή άτυπες (μη εδαφικές), μπορούν να συνδυάζονται ή να αντικαθιστούν η μία την άλλη ανάλογα με τις περιστάσεις, και η πρωτοβουλία για ιμπεριαλιστικές πολιτικές μπορεί να προέρχεται τόσο από την πλευρά των επιχειρήσεων, όσο και από την πολιτική ελίτ∙ τελικά, η επιτυχής ιμπεριαλιστική επέκταση θα απαιτήσει κάποια μορφή συνεργασίας μεταξύ κράτους και κεφαλαίου. Ο Ιμμάνουελ Βαλλερστάιν παρατήρησε κάποτε ότι «ο πρωταρχικός στόχος κάθε “αστού” είναι να γίνει “αριστοκράτης”», επιδιώκοντας «να συσσωρεύσει κεφάλαιο όχι μέσω του κέρδους αλλά μέσω προσόδων»[76]. Αντίστοιχα, ο πρωταρχικός στόχος κάθε μονοπωλητή είναι να γίνει ιμπεριαλιστής.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι δύσκολο να εξηγηθεί ως απλή επέκταση του επενδυτικού ιμπεριαλισμού (σύμφωνα με τους Κλαρκ και Άνις, το ρωσικό κεφάλαιο δεν ήταν κυρίαρχο στην Ουκρανία[77]). Ωστόσο, η Ρωσία είχε ένα συντριπτικό πλεονέκτημα σε οικονομικό και στρατιωτικό δυναμικό, καθιστώντας δυνατό τον άτυπο ιμπεριαλισμό μέσω του οικονομικού καταναγκασμού (ιδίως κατά τη διάρκεια των «πολέμων του φυσικού αερίου» της δεκαετίας του 2000), και από το 2014, μέσω στρατιωτικών επεμβάσεων.
Η λεγόμενη ειδική στρατιωτική επιχείρηση υποτίθεται ότι ήταν μια ιμπεριαλιστική επέμβαση με τη στενή έννοια του όρου, μια προσπάθεια βίαιης αλλαγής καθεστώτος χωρίς τη φιλοδοξία κατάληψης και άμεσου ελέγχου εδαφών. Τον Απρίλιο του 2022, μετά την αποτυχία του αρχικού σχεδίου για κατάληψη του Κιέβου και ήττα του ουκρανικού στρατού, ο στόχος της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» επαναπροσδιορίστηκε ως η ανάληψη του ελέγχου της περιοχής του Ντονμπάς. Η εδαφική λογική επικράτησε πλήρως τον Σεπτέμβριο του 2022, μετά την επιτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης στην περιοχή του Χάρκοβο, όταν το Κρεμλίνο κήρυξε την προσάρτηση των περιφερειών Λουχάνσκ, Ντονέτσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα. Ταυτόχρονα, καθ’ όλη τη διάρκεια της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης», η πολιτικοστρατιωτική ηγεσία της Ρωσίας δεν έπαψε ποτέ να προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τον έλεγχό της σε τμήματα του ουκρανικού εδάφους στη διαδικασία διαπραγμάτευσης με την Ουκρανία και τους δυτικούς συμμάχους της: από την αποχώρηση του ρωσικού στρατού από τις περιοχές Κίεβο, Τσερνίχοφ και Σούμι, την εγκατάλειψη της Χερσώνας, μέχρι τη ρητή προσπάθεια άσκησης πίεσης προς το συμφέρον της Ρωσικής Αγροτικής Τράπεζας (Rosselkhozbank) στο πλαίσιο της «συμφωνίας για τα σιτηρά»[78]. Υπό αυτή την έννοια, τα εδαφικά αποκτήματα της Ρωσίας, ανεξάρτητα από το αν κάποιος τα θεωρεί αποικίες ή όχι, είναι και θα παραμείνουν κάτι ελάχιστα περισσότερο από αντικείμενα στο ιμπεριαλιστικό παζάρι, παρά τις φαντασιώσεις των Ρώσων αλυτρωτιστών.
Μία από τις κύριες αντιφάσεις του πολιτικού καθεστώτος της Ρωσίας είναι η εξάρτησή του από έναν συνδυασμό αποστράτευσης των μαζών και δημοκρατικής νομιμοποίησης, που καθιστά επικίνδυνη οποιαδήποτε συλλογική δράση, ακόμη και των ιδεολογικών συμμάχων του[79]. Τα πρόσφατα κύματα καταστολής εναντίον ορισμένων από τις φιλοπόλεμες φωνές που εκφράζουν δημόσια απογοήτευση για τις εξελίξεις στα μέτωπα μαρτυρούν αυτό. Από τη σκοπιά της θεωρίας του Λένιν, ο αντιδημοκρατικός χαρακτήρας της πολιτικής εξουσίας της Ρωσίας είναι η συνέχεια του ιμπεριαλισμού στην εσωτερική πολιτική: η μετάβαση στον μονοπωλιακό καπιταλισμό στην οικονομία συμβαδίζει με την πολιτική αντίδραση. Στα άρθρα που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Λένιν αποκαλεί τον ιμπεριαλισμό άρνηση της δημοκρατίας[80], επικαλούμενος την αρχική έννοια της έννοιας του ιμπεριαλισμού, που ανάγεται στους ναπολεόντειους πολέμους και αναφέρεται στον στρατιωτικό δεσποτισμό. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, σύμφωνα με τον Λένιν, είναι μια τριπλή άρνηση της δημοκρατίας: «α – κάθε πόλεμος αντικαθιστά τα “δικαιώματα” με τη βία· β – ο ιμπεριαλισμός γενικά είναι η άρνηση της δημοκρατίας· γ – ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος εξομοιώνει ολότελα τις δημοκρατίες με τις μοναρχίες»[81].
Η άποψη για το καθεστώς Πούτιν που υποστηρίζεται από ορισμένους αριστερούς, ως ένα καθεστώς που αντιστέκεται στον δυτικό ιμπεριαλισμό, παραβλέπει εντελώς την εσωτερική διάσταση του ρωσικού ιμπεριαλισμού[82]. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης συχνά αντιπαραβάλλουν τα ζητήματα ασφάλειας (κατά την ερμηνεία του Πούτιν) και την αντιπολεμική ατζέντα της ρωσικής δημοκρατικής αντιπολίτευσης, παρουσιάζοντας την τελευταία ως μια πολιτικά αφελή αστική μεσαία τάξη. Παραβλέποντας τον δεσποτικό χαρακτήρα της εξουσίας του Πούτιν, οι αριστεροί συμπαθούντες του αναπαράγουν το ψυχροπολεμικό παράδειγμα[83], έτσι ώστε η κριτική του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου να είναι δυνατή μόνο από τη σκοπιά του άλλου στρατοπέδου που είναι περισσότερο, όχι λιγότερο, αντιδραστικό από τους γεωπολιτικούς του αντιπάλους. Στην ανάλυσή του για τον ιμπεριαλισμό, ο Λένιν προειδοποιεί για ένα τέτοιο λάθος:
«Το να ξεχωρίζει κανείς την “εξωτερική πολιτική” από την πολιτική γενικά, ή πολύ περισσότερο να αντιπαραθέτει την εξωτερική πολιτική στην εσωτερική, [...]. Ο ιμπεριαλισμός τείνει στον ίδιο βαθμό και στην εξωτερική και στην εσωτερική, προς την παραβίαση της δημοκρατίας, προς την αντίδραση. Μ' αυτή την έννοια είναι αδιαφιλονίκητο ότι ο ιμπεριαλισμός αποτελεί “άρνηση” της δημοκρατίας γενικά, όλης της δημοκρατίας και κάθε άλλο παρά μιας μόνο από τις διεκδικήσεις της δημοκρατίας και συγκεκριμένα: της αυτοδιάθεσης των εθνών.»[84]
Η διατύπωση αυτή περιέχει μια προειδοποίηση κατά της άκριτης υποστήριξης του ουκρανικού εθνικισμού. Ο ιμπεριαλισμός αναιρεί τη δημοκρατία γενικά, όχι μόνο την εθνική αυτοδιάθεση, και ο τελικός στόχος του πολέμου του Πούτιν δεν είναι η καταστροφή της ουκρανικής ταυτότητας, αλλά της ουκρανικής δημοκρατίας. Το δεύτερο μέτωπο αυτού του πολέμου βρίσκεται στη Ρωσία.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Anatoly Kropivnitskyi “Putin’s Russia and Peripheral Imperialism”, Posle / После, 20 Δεκεμβρίου 2023, https://posle.media/language/en/putins-russia-and-peripheral-imperialism/. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, https://europe-solidaire.org/spip.php?article69185.
Анатолий Кропивницкий, «Путинская Россия и периферийный империализм», После / Posle, 20 Δεκεμβρίου 2023, https://posle.media/putinskaya-rossiya-i-periferijnyj-imperializm/.
Σημειώσεις
[1] «НАТО окружает Россию, чтобы прикончить ее — коммунистическая партия ЮАР», Красная Весна, 22 Φεβρουαρίου 2022, https://rossaprimavera.ru/news/ab62176e. Алексей Грязев, «Борцы с империализмом НАТО: кто в США поддерживает Россию и почему», Газета.Ru, 1 Μαρτίου 2022, https://www.gazeta.ru/politics/2022/05/01/14803598.shtml.
[2] Renfrey Clarke, Dave Holmes, “Setting the record straight: Ukraine, Russia & imperialism”, LINKS (International Journal of Socialist Renewal), 23 Απριλίου 2023, https://links.org.au/setting-record-straight-ukraine-russia-imperialism.
[3] Gary Wilson, “Is Russia imperialist?”, Arkansas Worker, 7 Μαρτίου 2022, https://arkansasworker.com/is-russia-imperialist/.
[4] David North, “A letter from David North to a Russian Comrade: ‘Putin’s invasion is a desperate response to the relentless pressure exerted by the US and NATO upon Russia’”, World Socialist Web Site, 2 Απριλίου 2022, https://www.wsws.org/en/articles/2022/04/02/lett-a02.html.
[5] “Is Russia an imperialist state? A letter from a Russian socialist to David North”, World Socialist Web Site, 4 Απριλίου 2022, https://www.wsws.org/en/articles/2022/04/05/lett-a05.html.
[6] Radhika Desai, Alan Freeman & Boris Kagarlitsky, “The Conflict in Ukraine and Contemporary Imperialism”, International Critical Thought, τόμος 6, 2016, τεύχος 4, Ειδικό τεύχος, διαθέσιμο στο: https://www.tandfonline.com/doi/full/10.1080/21598282.2016.1242338.
[7] Renfrey Clarke and Roger Annis, “Perpetrator or victim? Russia and contemporary imperialism”, Διαθέσιμο στο: Academia, https://www.academia.edu/28685332/Perpetrator_or_victim_Russia_and_contemporary_imperialism.
[8] Renfrey Clarke and Roger Annis, “The Myth of ‘Russian Imperialism’: In Defense of Lenin’s Analyses”, Red Ant, 7 Μαρτίου 2023, https://red-ant.org/2023/03/07/the-myth-of-russian-imperialism-in-defense-of-lenins-analyses/.
[9] Levent Dölek, “The Character of War in 21st Century: Are China and Russia a target or a side of the war?”, Prensa Obrera, Οκτώβριος 2018, https://revistaedm.com/world-revolution/1-world-revolution/the-character-of-war-in-21st-century-are-china-and-russia-a-target-or-a-side-of-the-war/.
[10] Renfrey Clarke, Dave Holmes, “Setting the record straight: Ukraine, Russia & imperialism”, LINKS, 23 Απριλίου 2023, https://links.org.au/setting-record-straight-ukraine-russia-imperialism.
[11] Levent Dölek, “The myth of Russian imperialism: Why neutrality on the Ukraine war is wrong”, Revolutionary Marxizm (Devrimci Marksizm). Και στο RedMed, 21 Απριλίου 2022, http://redmed.org/es/article/myth-russian-imperialism-why-neutrality-war-ukraine-wrong.
[12] Renfrey Clarke and Roger Annis, “The Myth of ‘Russian Imperialism’: in defence of Lenin’s analyses”, LINKS, 29 Φεβρουαρίου 2016, https://links.org.au/myth-russian-imperialism-defence-lenins-analyses.
[13] Vladimir Ilyich Lenin (with G. Y. Zinoviev), “Socialism and War”, (Ιούλιος Αύγουστος 1915), Lenin Collected Works, Foreign Languages Press, τόμος 21, 1970, Πεκίνο, σσ. 295-338. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1915/s-w/index.htm [Β. Ι. Λένιν (μαζί με τον Ζινόβιεφ), «Σοσιαλισμός και Πόλεμος (Η στάση του ΣΔΕΚΡ απέναντι στον πόλεμο)», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 26, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, χ.χ.έ., σσ. 313-358].
[14] V. I. Lenin, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1915/s-w/ch01.htm#:~:text=In%20Russia%2C%20capitalist%20imperialism%20of%20the%20latest%20type%20has%20fully%20revealed%20itself%20in%20the%20policy%20of%20tsarism%20towards%20Persia%2C%20Manchuria%20and%20Mongolia%3B%20but%2C%20in%20general%2C%20military%20and%20feudal%20imperialism%20predominates%20in%20Russia [Β. Ι. Λένιν, ό.π., σελ. 324].
[15] V. I. Lenin, “On the Slogan for a United States of Europe”, (Sotsial-Demokrat, αριθ. 44, 23 Αυγούστου 1915), Lenin Collected Works, Progress Publishers, [197[4]], Μόσχα, τόμος 21, σσ. 339-343. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1915/aug/23.htm [Β. Ι. Λένιν, «Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 26, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, χ.χ.έ., σελ. 360. Ηλεκτρονική αναδημοσίευση: e la libertà, 30 Ιουνίου 2016, https://www.elaliberta.gr/%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1/%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1/1753-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CF%83%CF%8D%CE%BD%CE%B8%CE%B7%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CE%BD%CF%89%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%B9%CF%8E%CE%BD-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B7%CF%82].
[16] V. I. Lenin, “The Discussion On Self-Determination Summed Up” (Ιούλιος 1916), Lenin Collected Works, Μόσχα, τόμος 22, σελίδες 320-360. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/jul/x01.htm [Β. Ι. Λένιν, «Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 30, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, χ.χ.έ., σελ. 46].
[17] V. I. Lenin, “Initial Variant Of R.S.D.L.P. C.C. Proposals To The Second Socialist Conference”, (Φεβρουάριος, Μάρτιος 1916), Lenin Collected Works, Progress Publishers, 1971, Μόσχα, τόμος 36, σσ. 377-387. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/mar/00.htm [Β. Ι. Λένιν, «Η Πρωταρχική Παραλλαγή της Πρότασης της ΚΕ του ΣΔΕΚΡ στη Δεύτερη Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 27, σελ. 467].
[18] V. I. Lenin (G. Y. Zinoviev), “Socialism and War”, ό.π.
[19] Vladimir Ilyich Lenin, “Imperialism, the Highest Stage of Capitalism”, κεφάλαιο VI. “Division of the world among the great powers”, Lenin’s Selected Works, Progress Publishers, 1963, Μόσχα, τόμος 1, σσ. 667-766. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch06.htm [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 27, σσ. 384,385].
[20] V. I. Lenin, “Imperialism, the Highest Stage of Capitalism, .ο.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π, τ. 27, σσ. 384, 385].
[21] Giovanni Arrighi, The Geometry of Imperialism: The Limits of Hobson’s Paradigm, New Left Books, Λονδίνο 1978.
[22] V. I. Lenin, “Imperialism,...”, “Preface to the French and German Edition”, ό.π. https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/pref02.htm#:~:text=It%20is%20precisely,of%20production%20exists [Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 310].
[23] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VI. “Division of the world among the great powers”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σσ. 383, 384].
[24] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο X. “The place of Imperialism in History”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch10.htm#:~:text=Monopolies%2C%20oligarchy%2C%20the,in%20capital%20(Britain) [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 430]
[25] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VI. “Division of the world among the great powers”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 385].
[26] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Stage of Capitalism”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch07.htm#:~:text=We%20see%20that,in%20the%20forefront [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 396].
[27] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VI. “Division of the world among the great powers”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 381].
[28] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο IV. “Export of Capital”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch04.htm#:~:text=Capitalism%20is%20commodity,the%20advanced%20countries [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 365].
[29] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο I. “Concentration of production and Monopolies”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch01.htm#:~:text=Thus%2C%20the%20principal,transformed%20into%20imperialism [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σσ. 321-323].
[30] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VIII. “Parasitism and Decay of Capitalism”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch08.htm#:~:text=The%20distinctive%20feature,early%20twentieth%20century [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 413].
[31] V. I. Lenin, “Imperialism and the Split in Socialism”, (Οκτώβρθιος 1916), Lenin Collected Works, Progress Publishers, 1964, Μόσχα, τόμος 23, σσ. 105-120. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/oct/x01.htm#:~:text=The%20last%20third,the%20semi%2Dproletariat [Β. Ι. Λένιν, «Ο Ιμπεριαλισμός και η διάσπαση του Σοσιαλισμού», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 30, σελ. 174].
[32] Renfrey Clarke and Roger Annis, “The Myth of ‘Russian Imperialism’: in defence of Lenin’s analyses”, LINKS, 29 Φεβρουαρίου 2016, ό.π.
[33] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο IX. “Ctitique of Imperialism”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch09.htm#:~:text=Imperialism%20is%20the%20epoch%20of%20finance%20capital%20and%20of%20monopolies%2C%20which%20introduce%20everywhere%20the%20striving%20for%20domination%2C%20not%20for%20freedom [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 418].
[34] V. I. Lenin, “A Caricature of Marxism and Imperialist Economism”, (Αύγουστος-Οκτώβριος 1916), κεφάλαιο 3 “What Is Economic Analysis?”, Lenin Collected Works, Progress Publishers, 1964, Μόσχα, τόμος 23, σσ. 28-76. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/carimarx/3.htm#v23pp64h-040:~:text=Economically%2C%20imperialism,on%20economic%20monopoly [Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του Μαρξισμού και τον “Ιμπεριαλιστικό Οικονομισμό”» Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 30, σελ. 93].
[35] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Special Stage of Capitalism”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch07.htm#:~:text=If%2C%20however%2C%20we,it%20increases%20them [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 398].
[36] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο X. “The place of Imperialism in History”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 429].
[37] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Special Stage of Capitalism”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 403].
[38] V. I. Lenin, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 392].
[39] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο IX. “Ctitique of Imperialism”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 424].
[40] Caitlin Rosenthal, Accounting for Slavery. Masters and Management, Harvard University Press, Κέμπριτζ, 2019.
[41] Levent Dölek, “The Character of War in 21st Century: Are China and Russia a target or a side of the war?”, ό.π.
[42] Renfrey Clarke and Roger Annis, “The Myth of ‘Russian Imperialism’: in defence of Lenin’s analyses”, LINKS, 29 Φεβρουαρίου 2016, ό.π.
[43] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Special Stage of Capitalism”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 393].
[44] John A. Hobson, Imperialism: A Study, (1902), κεφάλιο ΙΙΙ. Διαθέσιμο στο: Online Library of Liberty - Liberty Fund, https://oll.libertyfund.org/title/hobson-imperialism-a-study#lf0052_head_054. [John A. Hobson, Ιμπεριαλισμός. Μια μελέτη, ΚΨΜ, Αθήνα 2013, σελ. 260].
[45] Rudolf Hilferding, Das Finanzkapital. Eine Studie über die jüngste Entwicklung des Kapitalismus, (1910), Dietz Verlag, Berlin 1955. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/deutsch/archiv/hilferding/1910/finkap/index.html. [Ρούντολφ Χίλφερντινγκ Χρηματιστικό κεφάλαιο, Γκοβόστης-«Μπάυρον», χ.χ.έ. Μεταφράστηκε μόνο το πρώτο από τα πέντε κεφάλαια.]
[46] V. I. Lenin, “A Caricature of Marxism...”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του Μαρξισμού», ό.π., σελ. 93].
[47] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Special Stage of Capitalism”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 396].
[48] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο X. “The place of Imperialism in History”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 428].
[49] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Special Stage of Capitalism”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 393].
[50] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο X. “The place of Imperialism in History”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 429].
[51] Richard Tilly, “Universal Banking in Historical Perspective”, Journal of Institutional and Theoretical Economics (JITE) / Zeitschrift für die gesamte Staatswissenschaft, τόμος 154, τεύχος 1, The New Institutional Economics Financial Institutions in Transition: Banks and Financial Markets, Μάρτιος 1998, σσ. 7-32. Διαθέσιμο στο: JSTOR, https://www.jstor.org/stable/40752037.
[52] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο IV. “Export of Capital”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch04.htm [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 365].
[53] Zak Cope and Immanuel Ness (επιμ.), The Oxford Handbook of Economic Imperialism, Oxford University Press, 2022.
[54] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο VII. “Imperialism as a Special Stage of Capitalism”, ό.π. Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», κεφάλαιο VII «Ο Ιμπεριαλισμός, ιδιαίτερο στάδιο του Καπιταλισμού», ό.π., σελ. 394-403].
[55] V. I. Lenin, “A Caricature of Marxism and Imperialist Economism”, ό.π. https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/carimarx/ [Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του Μαρξισμού», ό.π.].
[56] V. I. Lenin, “A Caricature of Marxism and Imperialist Economism”, (Άυγουστος-Οκτώβριος 1916), κεφάλαιο 3 “What Is Economic Analysis?”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του Μαρξισμού», ό.π., σελ. 95].
[57] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο V. “Division of the World Among Capitalist Associations”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch05.htm#:~:text=Certain%20bourgeois%20writers,of%20a%20sophist [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 378].
[58] Ellen Meiksins Wood, “The Separation of the Economic and the Political in Capitalism”, Verso, 25 Φεβρουαρίου 2016, https://www.versobooks.com/en-gb/blogs/news/2302-ellen-meiksins-wood-the-separation-of-the-economic-and-the-political-in-capitalism.
[59] Renfrey Clarke and Roger Annis, “The Myth of ‘Russian Imperialism’: in defence of Lenin’s analyses”, LINKS, 29 Φεβρουαρίου 2016, ό.π.
[60] George Steinmetz (επιμ.), Sociology and Empire. The Imperial Entanglements of a Discipline, Duke University Press, 2013.
[61] George Steinmetz, “The Sociology of Empires, Colonies, and Postcolonialism”, Annual Review of Sociology, τόμος 40, Ιούλιος 2014, σσ. 77-103, https://www.annualreviews.org/doi/abs/10.1146/annurev-soc-071913-043131.
[62] George Steinmetz, “Return to Empire: The New U.S. Imperialism in Comparative Historical Perspective”, Sociological Theory, τόμος 23, τεύχος 4, Δεκέμβριος 2005. Διαθέσιμο στο: Wiley Online Library, https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/j.0735-2751.2005.00258.x.
[63] George Steinmetz, “‘The Devil’s Handwriting’: Precolonial Discourse, Ethnographic Acuity, and Cross-Identification in German Colonialism”, Comparative Studies in Society and History, τόμος 45, τεύχος 1 (Ιανουάριος 2003), σσ. 41-95. Διαθέσιμο στο: JSTOR, https://www.jstor.org/stable/3879482.
[64] Chalmers Johnson, “America’s Empire of Bases”, Common Dreams, 15 Ιανουαρίου 2004, https://www.sas.upenn.edu/~dludden/America%27s%20Empire%20of%20Bases.htm.
[65] Michael Mann, “The Recent Intensification of American Economic and Military Imperialism: Are They Connected?”, στο George Steinmetz (επιμ.), Sociology and Empire. The Imperial Entanglements of a Discipline, ό.π.
[66] Giovanni Arrighi, The Geometry of Imperialism: The Limits of Hobson’s Paradigm, ό.π.
[67] V. I. Lenin, “Imperialism...”, κεφάλαιο V. “Division of the World among Capitalist Associationes”, ό.π., https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ch05.htm#:~:text=The%20epoch%20of%20the,for%20spheres%20of%20influence.%E2%80%9D [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός», ό.π., σελ. 379].
[68] В. И. Ленин, Империализм, как высшая стадия капитализма, διαθέσιμο στο: https://www.esperanto.mv.ru/Marksismo/Lenin_Imperialism/imp.html#p78:~:text=%D0%AD%D0%BF%D0%BE%D1%85%D0%B0%20%D0%BD%D0%BE%D0%B2%D0%B5%D0%B9%D1%88%D0%B5%D0%B3%D0%BE%20%D0%BA%D0%B0%D0%BF%D0%B8%D1%82%D0%B0%D0%BB%D0%B8%D0%B7%D0%BC%D0%B0,%D0%B7%D0%B0%20%D1%85%D0%BE%D0%B7%D1%8F%D0%B9%D1%81%D1%82%D0%B2%D0%B5%D0%BD%D0%BD%D1%83%D1%8E%20%D1%82%D0%B5%D1%80%D1%80%D0%B8%D1%82%D0%BE%D1%80%D0%B8%D1%8E%C2%BB.
[69] Sven Beckert, “American Danger: United States Empire, Eurafrica, and the Territorialization of Industrial Capitalism, 1870–1950”, The American Historical Review, τόμος 122, τεύχος 4, Οκτώβριος 2017, σσ. 1137-1170, https://academic.oup.com/ahr/article/122/4/1137/4320241?login=false.
[70] George Steinmetz, “Return to Empire: The New U.S. Imperialism in Comparative Historical Perspective”, .ο.π.
[71] Sven Beckert, “American Danger: United States Empire, Eurafrica, and the Territorialization of Industrial Capitalism, 1870–1950”, ό.π.
[72] Jürgen Osterhammel, Colonialism: A Theoretical Overview, Markus Wiener Publishers, 2005.
[73] В. И. Ленин, Империализм, как высшая стадия капитализма, ό.π., https://www.esperanto.mv.ru/Marksismo/Lenin_Imperialism/imp.html#p124.
[74] В. И. Ленин, ό.π., https://www.esperanto.mv.ru/Marksismo/Lenin_Imperialism/imp.html#p75.
[75] Ленин В.И. «Империализм и раскол социализма», (1916), Полное собрание сочинений, Том 30. Διαθέσιμο στο: https://leninism.su/works/69-tom-30/1993-imperializm-i-raskol-soczializma.html [Β. Ι. Λένιν, «Ο Ιμπεριαλισμός και η διάσπαση του Σοσιαλισμού», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 30, ό.π., σελ. 174].
[76] Immanuel Wallerstein, “The Bourgeois(ie) as Concept and Reality”, New Left Review, I/167, Ιανουάριος/Φεβρουάριος 1988, https://archive.is/tnJlj#selection-1605.2-1605.18.
[77] Renfrey Clarke and Roger Annis, “The Myth of ‘Russian Imperialism’: in defence of Lenin’s analyses”, LINKS, 29 Φεβρουαρίου 2016, ό.π.
[78] «Кремль призвал “не искажать” требования России по зерновой сделке», РБК, 9 Σεπτεμβρίου 2023, https://www.rbc.ru/politics/09/09/2023/64fc3a119a794774d9ac77e0.
[79] Андрей Громов, «“Они морально устарели”: Григорий Юдин о плебисцитарном режиме и его идеологах», Republic.ru, 19 Φεβρουαρίου 2020, https://republic.ru/posts/95891.
[80] V. I. Lenin, “A Caricature of Marxism and Imperialist Economism”, (Άυγουστος-Οκτώβριος 1916), κεφάλαιο 3 “What Is Economic Analysis?”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του Μαρξισμού», ό.π., σσ. 93, 95, 97].
[81] V. I. Lenin, “Reply to P. Kievsky (Y. Pyatakov)”, (1916), Lenin Collected Works, Progress Publishers, 1964, Μόσχα, τόμος 23, σσ. 22-27. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/sep/00b.htm [Β. Ι. Λένιν, «Απάντηση στον Π. Κιέβσκι (Γ. Πιατάκοφ)», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 30, σσ. 71, 72].
[82] Renfrey Clarke, Dave Holmes, “Setting the record straight: Ukraine, Russia & imperialism”, ό.π.
[83] Moishe Postone, “History and Helplessness: Mass Mobilization and Contemporary Forms of Anticapitalism”, Public Culture, 18:1, 2006, https://platypus1917.org/wp-content/uploads/readings/postonemoishe_historyhelplessness.pdf.
[84] V. I. Lenin, “A Caricature of Marxism and Imperialist Economism”, (Αύγουστος-Οκτώβριος 1916), κεφάλαιο 3 “What Is Economic Analysis?”, ό.π. [Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του Μαρξισμού», ό.π., σελ. 93].